Οἱ οὐρανοί εἶναι δικοί μας




«Τί γάρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; Ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;».

Μέ τήν φαντασία μας ἄς σχηματίσουμε μιά ζυγαριά πού νά ζυγίζη ὄχι τήν ὕλη, ἀλλά νά ζυγίζη ἀξίες στόν κόσμο αὐτό, καί ἄς τήν κρεμάσουμε πάνω ἀπό τά ἀστέρια. Στήν μιά μεριά νά βάλουμε τόν θησαυρό ὅλου τοῦ κόσμου. Νά μαζέψουμε τά διαμάντια, τά μαργαριτάρια, ὅ,τι πολύτιμο ὑπάρχει στήν γῆ, στήν θάλασσα καί σέ ὅλο τό πλανητικό μας σύστημα, νά τό βάλουμε στήν μιά μεριά τῆς πλάστιγγος καί ἀπό στήν ἄλλη μεριά νά βάλουμε μιά ψυχή, ὄχι κανενός βασιλιᾶ, οὔτε κανενός αὐτοκράτορος ἤ σοφοῦ, οὔτε κανενός κοσμοκράτορος τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά νά βάλουμε τήν ψυχή ἑνός ταπεινοῦ, ἑνός περιφρονημένου, ἑνός ἀσήμου ἀνθρώπου. Ποῦ νομίζετε θά κλίνη ἡ πλάστιγγα τῶν ἀξιῶν αὐτῶν.
Ἀπό τήν ὥρα πού θά βάλουμε τήν ψυχή στόν δίσκο τῆς πλάστιγγος, ἡ βαρύτης θά στραφῆ ἐκεῖ πού ἔχει τοποθετηθῆ ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.

* * *

Ὁ Φίλιππος, ὁ βασιλιάς τῆς Μακεδονίας, ὁ πατέρας τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου εἶχε διατάξει ἕνα στρατιώτη, κάθε πρωΐ νά χτυπάη τήν πόρτα του καί νά τόν χαιρετάη λέγοντας: «Βασιλεῦ, μέμνησο ὅτι θνητός εἶ».
Σάν τόν στρατιώτη αὐτό καί τό Εὐαγγέλιο μᾶς φωνάζει καί μᾶς σαλπίζει: «Τί γάρ ὠφελήσει ἄν­θρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐ­τοῦ; Ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;». Ἄνθρωποι, εἶσθε πνεῦμα ἀθάνατο. Δέν εἶσθε μόνον ὕλη. Ἔχετε ψυχή ἀθάνατο καί πρέπει νά τήν φροντίσετε. Τί νά τά κάνης τά πλούτη, τί νά κάνης τίς δόξες, τί νά τό κάνης κι ἄν γίνης κοσμοκράτορας στόν κόσμο αὐτό, ἐάν χάσης τήν ψυχήν σου;
Ναί, δέν εἴμεθα μόνον ὕλη, δέν εἴμεθα μόνον σάρκες, δέν εἴμεθα μόνον κόκκαλα, δέν εἴμεθα μόνον φθορά, ἀλλά ἔχουμε καί ψυχή, ἔχουμε καί πνεῦ­μα. Τόση φροντίδα, τόσο κόπο καί τόσα χρήματα ξοδεύουμε γιά τό σῶμα μας. Ἄς διαθέσουμε κάτι καί γιά τήν ψυχή μας πού λιμοκτονεῖ.
 Τροφή τῆς ψυχῆς τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ.
 Τροφή τῆς ψυχῆς ἡ προσευχή.
 Τροφή τῆς ψυχῆς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Γιά νά εἶναι ἡ ψυχή μας ὑγιής, ἀκμαία, καθαρή, ἁγιασμένη.
Γιατί σκοπός καί προορισμός μας εἶναι νά φθά­σωμε στήν τελείωσι καί στήν θέωσι. Μέ τήν χάρι τοῦ Θεοῦ νά γίνουμε κατά χάριν θεοί.
Ψηλά τά βλέμματα! Νά ἔχουμε ἰδέες. Νά ἔχουμε ἰδανικά. Νά πιστεύουμε στίς ἀξίες. Νά βλέπουμε τόν οὐρανό. Μόνον τά τετράποδα βλέπουν τό χῶμα. Μόνον οἱ τυφλοπόντικες ζοῦν μέσα στίς λάσπες καί στό χῶμα. Ἐμεῖς εἴμαστε πλασμένοι γιά τούς αἰθέρες.

Οἱ οὐρανοί εἶναι δικοί μας.
Ὅπως οἱ ἀετοί πρέπει νά ὀργώνουμε τούς αἰθέρες. Νά διασποῦμε τήν στρατόσφαιρα καί νά προσεγγίζουμε τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Καί μαζί μέ τούς ἀγγέλους, μαζί μέ τούς μάρτυρες καί ὅλους τούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, νά ψάλλουμε κι ἐμεῖς τό ὑπερύμνητο ὄνομα τοῦ Κυρίου: «Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν».

Πηγή: Ἀπό τό βιβλίο «Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος;» τοῦ Ἀρχιμ. Θεοφίλου Ζησοπούλου, ἐκδόσεις Ὀρθοδ. Χριστ. Ἀδελφ.  ΛΥΔΙΑ.