Μήν περιμένεις τήν τύχη σου μέ σταυρωμένα χέρια...



Ὅταν οἱ νέοι παίρνουν κακούς βαθμούς, φωνάζουν «Ἀλήθεια, δέν ἔχω τύχη!.. Κι’ ἄν κανένας συμμαθητής τους σημειώσῃ γρήγορη πρόοδο, ἀμέσως βγάζουν κρίσι: «Πάντα τυχερός αὐτός ὁ βλάκας!»
Ὅμως ἡ πρόοδος εἶναι μόνο ὑπόθεσι τῆς τύχης, ὅποιος βασίζεται σ’ αὐτήν μοιάζει μ’ ἐκεῖνον, πού περιμένει μέ στόμα ἀνοιχτό νά πέσῃ ἀπό τόν οὐρανό ἕτοιμο ψητό κρέας! Ναί, ἄν ἔνας θέλῃ νά ἐπιτύχῃ κάτι στήν ζωή, δέν πρέπει νά ἐμπιστεύεται στήν τύχη, ἀλλά ὅταν τήν βρῃ νά τήν ἁρπάζῃ καί νά τήν κρατῇ στά στιβαρά του χέρια.
Μήπως δέν ἔχεις στίς διαταγές σου ὁλόκληρο στράτευμα; Τά θρεμμένα μπράτσα σου, τά εὐκίνητα δέκα δάκτυλά σου, τά ἀκούραστα πόδια σου, τά μάτια σου μέ τήν τόση ὀξυδέρκειά τους, τά τόσο εὐαίσθητα αὐτιά σου, ὅλα τοῦτα δέν εἶναι πάντα πρόθυμα νά σέ ὑπακούσουν; Ἔπειτα ἔχεις τόν ἐγκέφαλό σου, γεμᾶτον διαύγεια, τό ἐργαστήριο τοῦτο, τό ἐφωδιασμένο μέ θαυμάσιο δίκτυο τηλεγραφικῶν καί τηλεφωνικῶν συρμάτων, ὅπου καταφθάνουν καί ταξινομοῦνται οἱ ἐνέργειες τῶν πέντε αἰσθήσεών σου, περισσότερες ἀπό ἑκατό σέ κάθε λεπτό. Τί ἀνάγκη ἔχεις λοιπόν ἀπό ξένη βοήθεια; Λές, ὅτι ὁ Λεωνίδας σοῦ ψιθυρίζει τό μάθημα τῆς ἱστορίας; Ἡσυχάζεις μέ τήν σκέψι, ὅτι μετά τό τέλος τῶν σπουδῶν σου θά σοῦ εὕρῃ θέσι ὁ ἐξάδελφος τῆς νονᾶς σου; Πίστεψέ μέ, νέος πού σκέπτεται ἔτσι, δέν πρόκειται νά συμβάλῃ καθόλου στήν δόξα τῆς πατρίδος καί στήν εὐτυχία τῆς κοινωνίας.
Συχνά ἀναφέρουν οἱ Μουσουλμάνοι αὐτή τήν παροιμία: «Ὁ κόσμος εἶναι τοῦ Θεοῦ· κι’ ἐκεῖνος τόν νοικιάζει στούς γενναίους». Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι δέν ταιριάζει στόν νέο καθόλου νά περιμένῃ τήν τύχη του μέ σταυρωμένα χέρια, οὔτε νά κηνυγᾷ τίς προστασίες, ἀλλά τοῦ πρέπει μέ προγραμματισμένη καί σκόπιμη ἐργασία νά προετοιμάζῃ τό μέλλον του. «Multa tulit fecitque puer, sudavit et alsit», συνιστᾷ ὁ Ὁράτιος. Στόν ἀγῶνα τῆς ζωῆς δέν μπορεῖ κανείς νά βγῇ νικητής, παρά μόνο ἄν πάρῃ τήν σταθερή ἀπόφασι νά θριαμβεύσῃ καί νά ἐπιδοθῃ στό ἔργο του μέ περισσότερη ὁρμή, μετά ἀπό κάθε ἄτυχη προσπάθεια.

Δέν πρέπει ἡ ἀναποδιά νά μοῦ κρυώσῃ τήν καρδιά
καί μιά φτηνή καλοτυχιά νά μοῦ τή σβήσῃ τή φωτιά·
κι’ ἄν τούς καρπούς τῶν κόπων μου στά χέρια ἀργά κρατήσω
μέ τήν ἐλπίδα τοῦ Θεοῦ τήν τύχη θ’ ἀψηφίσω.
                                                                           Jekai


Ναί, ἐκεῖνο πού ἔχει μεγαλύτερη σημασία, δέν εἶναι οὔτε ἡ τύχη, οὔτε τά προσωπικά προσόντα, εἶναι ἡ εὐσυνείδητη καί ἐπίμονη ἀγάπη τῆς ἐργασίας. Οἱ ἀκτές τῶν ὠκεανῶν τῆς ζωῆς εἶναι γεμᾶτες ἀπό θλιβερούς ναυαγούς, πού ἄν καί ἔχουν σπουδαῖα προσόντα, τούς ἔλειψε ὅμως τό θάρρος, ἡ θέλησι καί ἡ ἐπιμονή, τήν στιγμή πού ἄλλοι προικισμένοι μέ λιγώτερα προσόντα, ἀλλά μέ πεῖσμα καί ἀδιάπτωτη θέλησι, προχώρησαν μέ φουσκωμένα πανιά ὥς τά φιλόξενα λιμάνια. 

Από το βιβλίο του Tihamer Toth,  πιό πέροχη νίκη.