Στον ἄνθρωπο πού λέει ὅτι πιστεύει στόν Θεό ἀλλά δέν προσεύχεται



Προσπάθησε καί δυνάμωσε τήν πίστη μέσα σου. Μέ τόν καιρό θά αἰσθανθεῖς τήν ἀνάγκη γιά προσευχή. Ἡ πίστη σου δέν εἶναι δυνατή, γι’ αὐτό δέν σέ προτρέπει στήν προσευχή.
Ὅταν πέσει λίγο νερό στόν τροχό τοῦ νερόμυλου, ὁ τροχός μένει ἀκίνητος. Ὅταν πέσει πολύ νερό, ὁ τροχός ξεκινᾶ. 
Ἡ πίστη εἶναι πενυματική δύναμη. Ἡ ὀλιγοπιστία δέν κινεῖ οὔτε τόν νοῦ, οὔτε τήν σκέψη περί Θεοῦ, οὔτε τήν καρδιά γιά προσευχή στόν Θεό. Ἡ μεγάλη πίστη κινεῖ καί τόν νοῦ καί τήν καρδιά καί ὁλόκληρη τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσο διαρκεῖ στόν ἄνθρωπο ἡ μεγάλη πίστη τόσο μέ τήν δύναμή της παρακινεῖ τήν ψυχή του στόν Θεό.
Λές ὅτι διάβασες τόν λόγο τοῦ Σωτήρα «οἶδε γάρ ὁ πατήρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρό τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν» (Ματθ. 6,8), μά ἐσύ ἀπό αὐτό συμπέρανες, ὅτι ἡ προσευχή δέν εἶναι διόλου ἀπαραίτητη. Πράγματι, ὁ Θεός γνωρίζει ἐκ τῶν προτέρων ὅλα ὅσα μᾶς χρειάζονται, ἀλλά ὅμως ἐπιθυμεῖ νά προσευχόμαστε σ’ Αὐτόν. Γι’ αὐτό ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας πρόσταξε νά προσευχόμαστε ἀσταμάτητα, καί μᾶς ἔμαθε πῶς νά προσευχόμαστε.
Εἶναι πιό εὔκολο νά ἐξηγηγθεῖ αὐτό στούς γονεῖς παρά σ’ ἐσένα, τόν ἀνύπαντρο. Κοίτα, καί οἱ γονεῖς ξέρουν ἐκ τῶν προτέρων τί χρειάζονται τά παιδιά τους, ἀλλά ὅμως ἀπαιτοῦν ἀπό τά παιδιά τους νά τούς παρακαλέσουν. Ἐπειδή οἱ γονεῖς ξέρουν, ὅτι ἡ παράκληση μαλακώνει καί ἁπαλύνει τήν καρδιά τοῦ παιδιοῦ, ὅτι τήν κάνει μετριόφρονα, ταπεινή, σεμνή, ὑπάκουη, ἐλεήμονα καί εὐγενή. Βλέπεις λοιπόν, πόσες οὐράνιες σπίθες ἀναδύει ἡ προσευχή ἀπό τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου;
Διάβασα κάποτε πώς ἕνας ταξιδιώτης κοντοστάθηκε μπροστά σ’ ἕνα σπίτι στήν ἄκρη τοῦ δρόμου. Στό σπίτι οἱ ἐργάτες συζητοῦσαν. Ξαφνικά ἔγινε σιγή στό σπίτι. Οἱ ἐργάτες γονάτισαν νά προσευχηθοῦν. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς βγῆκε κι ἄρχισε νά βηματίζει μπροστά ἀπ’ τό σπίτι. Ὁ ταξιδιώτης τόν ρώτησε:
– Τί κάνουν μέσα;
– Αὐτοί προσεύχονται στόν Θεό. Ἐνῶ ἐγώ ντρέπομαι καί βγῆκα.
Ὁ ταξιδιώτης σιώπησε καί περίμενε.
– Ποιόν περιμένεις; τόν ρώτησε ὁ ἐργάτης.
– Περιμένω, λέει, νά βγεῖ κάποιος νά τόν ρωτήσω γιά τόν δρόμο.
– Μά γιατί δέν ρωτᾶς ἐμένα; Καί ἐγώ μπορῶ νά σοῦ τόν δείξω.
Κουνᾶ τό κεφάλι ὁ ταξιδιώτης καί τοῦ ἀπαντᾶ:
– Πῶς θά μποροῦσε νά μοῦ δείξει τόν σωστό δρόμο κάποιος που ντρέπεται τόν Θεό καί τούς ἀδελφούς του;
Νομίζω, ὅσι ἐσύ δέν ντρέπεσαι νά προσευχηθεῖς, ἀλλά ἁπλά ἔχεις ἀδύναμη πίστη. Νά φροντίζεις τό παιδί πού ἔχεις μέσα σου. Ὅταν ἀνδρωθεῖ θά σοῦ πληρώσει ἑκατονταπλάσια τόν κόπο σου. Ἡ ἀνδρωμένη πίστη θά κινήσει τόν τροχό τοῦ εἶναι σου, καί θά λάβεις νέα ζωή.
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ


Ἀπό το βιβλίο «Δρόμος δίχως Θεό δεν ἀντέχεται», ἐκδόσεις «Ἐν πλῷ».